Ryggsäck στα ελληνικά

Μετάφραση: ryggsäck, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σακίδιο, σακκίδιο, backpack, τσάντα, πλάτης
Ryggsäck στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • rygg στα ελληνικά - ενισχύω, πλάτη, υποστηρίζω, πίσω, πίσω μέρος, άμυνα, back
  • ryggrad στα ελληνικά - αγκάθι, σπονδυλική στήλη, ραχοκοκαλιά, σκελετό, backbone, κορμού
  • ryka στα ελληνικά - αχνίζω, καυσαέριο, ατμός, καπνίζω, καπνός, καπνοί, επένδυση, ...
  • ryktbar στα ελληνικά - διάσημος, επιφανής, ξακουστός, φημισμένος, γνωστός, πολύκροτος, αξιοσημείωτος, ...
Τυχαίες λέξεις
Ryggsäck στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σακίδιο, σακκίδιο, backpack, τσάντα, πλάτης