Sammansvärjning στα ελληνικά
Μετάφραση: sammansvärjning, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλοκή, συνωμοσία, συνωμοτώ, συνωμοσίας, συνομωσία, συνομωσίας, συνωμοσία για
Μεταφράσεις
- sammankomst στα ελληνικά - συγκέντρωση, αναμέτρηση, Συλλογή, Gathering, Συνάντηση, Συλλογής
- sammansatt στα ελληνικά - επιδεινώνω, σύνθετος, χημική ένωση, ένωση, ένωσης, ενώσεως, ένωση του
- sammanträde στα ελληνικά - ώρα, συνάντηση, πληρούν, συνεδριάσεων, που πληρούν, εκπλήρωση
- sammet στα ελληνικά - βελούδινος, βελούδο, βελούδινο, βελούδινη, βελούδινα, βελούδινες
Τυχαίες λέξεις
Sammansvärjning στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλοκή, συνωμοσία, συνωμοτώ, συνωμοσίας, συνομωσία, συνομωσίας, συνωμοσία για
Μεταφράσεις: πλοκή, συνωμοσία, συνωμοτώ, συνωμοσίας, συνομωσία, συνομωσίας, συνωμοσία για