Skälva στα ελληνικά
Μετάφραση: skälva, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τουρτουρίζω, ριγώ, τρέμω, ανατριχίλα, τρέμουν, τρέμοντας, τρεμώδεις, τρεμούλα
Μεταφράσεις
- skäl στα ελληνικά - λόγος, αιτιολογία, αιτία, ενώ, Εκτιμώντας, ότι η, Εκτιμώντας τα ακόλουθα
- skälla στα ελληνικά - φλοιός, φλοιό, φλοιού, του φλοιού, το φλοιό
- skämt στα ελληνικά - αστείο, σκέρτσο, ανέκδοτο, αστείου, αστεία, το αστείο
- skämta στα ελληνικά - σκέρτσο, αστείο, ανέκδοτο, αστείου, αστεία, το αστείο
Τυχαίες λέξεις
Skälva στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τουρτουρίζω, ριγώ, τρέμω, ανατριχίλα, τρέμουν, τρέμοντας, τρεμώδεις, τρεμούλα
Μεταφράσεις: τουρτουρίζω, ριγώ, τρέμω, ανατριχίλα, τρέμουν, τρέμοντας, τρεμώδεις, τρεμούλα