Skräck στα ελληνικά
Μετάφραση: skräck, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύλληψη, τρόμος, ταραχή, δέος, φόβος, φρίκη, τρόμου, φρίκης, τρόμο, τη φρίκη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- skrynkla στα ελληνικά - πτυχή, ζάρωμα, ρυτίδα, ζάρα, ρυτιδώνω, ρυτίδων, Wrinkle, ...
- skryt στα ελληνικά - κορδόνομαι, αλαζονεύομαι, swagger, έπαρση, κομπάζω
- skräddare στα ελληνικά - ράπτης, ράφτης, tailor, Προσαρμόστε, εξατομικευμένη, ειδικά σχεδιασμένη
- skrämma στα ελληνικά - φοβίζω, τρομάζω, φόβος, τρομάξει, τρόμου, εκφοβισμού, πανικό
Τυχαίες λέξεις
Skräck στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύλληψη, τρόμος, ταραχή, δέος, φόβος, φρίκη, τρόμου, φρίκης, τρόμο, τη φρίκη
Μεταφράσεις: σύλληψη, τρόμος, ταραχή, δέος, φόβος, φρίκη, τρόμου, φρίκης, τρόμο, τη φρίκη