Språk στα ελληνικά

Μετάφραση: språk, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γλώσσα, εγκάθετος, γλώσσας, γλωσσών, τη γλώσσα, γλώσσες
Språk στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • sprit στα ελληνικά - οινόπνευμα, κέφια, αλκοόλ, υγρό, Κάβες, Liquor, Ποτών, ...
  • spruta στα ελληνικά - πέταγμα, ρίχνω, πετώ, σύριγγα, σύριγγας, της σύριγγας, σύριγγος, ...
  • språklig στα ελληνικά - γλωσσικός, γλωσσικής, γλωσσική, γλωσσικές, γλωσσικών
  • språksam στα ελληνικά - ομιλητικός, φλύαρος, ομιλητικοί, ομιλητικό, ομιλητική
Τυχαίες λέξεις
Språk στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γλώσσα, εγκάθετος, γλώσσας, γλωσσών, τη γλώσσα, γλώσσες