Stjälpa στα ελληνικά
Μετάφραση: stjälpa, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταραγμένος, αναστατώνω, ανατρέπω, ανατρέψει, ανατροπή, ανατραπεί, ανατρέψουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- stjäla στα ελληνικά - κλέβω, βουτώ, κλοπή, κλέψει, κλέψουν, κλέβουν
- stjälk στα ελληνικά - μίσχος, κυνηγώ, στέλεχος, στείρα, παγανίζω, βλαστικών, βλαστικά, ...
- stjärnbild στα ελληνικά - αστερισμός, αστερισμό, αστερισμού, αστερισμό του, σχηματισμού
- stjärt στα ελληνικά - ουρά, ουράς, Tail, την ουρά, της ουράς
Τυχαίες λέξεις
Stjälpa στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταραγμένος, αναστατώνω, ανατρέπω, ανατρέψει, ανατροπή, ανατραπεί, ανατρέψουν
Μεταφράσεις: ταραγμένος, αναστατώνω, ανατρέπω, ανατρέψει, ανατροπή, ανατραπεί, ανατρέψουν