Tår στα ελληνικά

Μετάφραση: tår, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκίζω, δάκρυ, σχίζω, σχίσιμο, σχίσει, σκιστεί, σχιστεί
Tår στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • tålig στα ελληνικά - υπομονετικός, ασθενής, ανθεκτικός, ανθεκτικά, ανθεκτικό, ανθεκτική, ανθεκτικών
  • tång στα ελληνικά - φύκι, πένσα, πένσες, λαβίδες, τανάλια, λαβίδων
  • tö στα ελληνικά - ξεπαγώνω, λιώνω, τήξη, απόψυξης, απόψυξη, επανατήξης, αποψύξεως
  • töa στα ελληνικά - ξεπαγώνω, λιώνω, τήξη, απόψυξης, απόψυξη, επανατήξης, αποψύξεως
Τυχαίες λέξεις
Tår στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκίζω, δάκρυ, σχίζω, σχίσιμο, σχίσει, σκιστεί, σχιστεί