Utnyttja στα ελληνικά
Μετάφραση: utnyttja, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αξιοποιώ, όφελος, Διαθ, εκμεταλλευτεί, avail, ματαίως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- utmärka στα ελληνικά - excel, το Excel, του Excel, σε excel, υπερέχετε
- utmärkelse στα ελληνικά - βραβείο, Award, ανάθεσης, Ανάθεση, Βραβείου
- utnyttjande στα ελληνικά - άσκηση, χρήση, χρησιμοποιώ, χρησιμοποίηση, χρησιμοποίησης, αξιοποίηση, χρησιμοποίηση της, ...
- utnämna στα ελληνικά - προτείνω, διορίζω, ορίζω, διορίζει, διορίσει, διορίζουν, ορίσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Utnyttja στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αξιοποιώ, όφελος, Διαθ, εκμεταλλευτεί, avail, ματαίως
Μεταφράσεις: αξιοποιώ, όφελος, Διαθ, εκμεταλλευτεί, avail, ματαίως