Şan στα ελληνικά

Μετάφραση: şan, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αριθμός, αν, εάν, εφόσον, περίπτωση
Şan στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • saman στα ελληνικά - σανός, καλαμάκι, άχυρο, σανό, σανού, χόρτου
  • samankapan στα ελληνικά - πορτοκαλί, κεχριμπάρι, samankap
  • sanat στα ελληνικά - τέχνη, τέχνης, τεχνική, τεχνικής, τεχνολογία
  • sanatkârane στα ελληνικά - καλλιτεχνικός, κύριος, κύρια, κύριο, κύριας, κύριες
Τυχαίες λέξεις
Şan στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: αριθμός, αν, εάν, εφόσον, περίπτωση