Şirket στα ελληνικά

Μετάφραση: şirket, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οίκος, εδραίος, ομήγυρη, κοινωνία, παρέα, σταθερός, εταιρία, θίασος, η εταιρεία, η εταιρία, η επιχείρηση, της εταιρείας, την εταιρεία
Şirket στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • şimdi στα ελληνικά - τώρα, πράγματι, πραγματικά, επιχειρηση, την επιχειρηση, πλέον, σήμερα
  • şimşek στα ελληνικά - αστραπές, αστραπή, κεραυνούς, κεραυνό, κεραυνού
  • şiş στα ελληνικά - κύρτωμα, κραδασμός, καρούμπαλο, καμπούρα, διογκώνω, προεξοχή, σουβλάκι, ...
  • şişe στα ελληνικά - εμφιαλώνω, μπουκάλι, φιάλη, φιάλης, φιαλών, φιαλίδιο
Τυχαίες λέξεις
Şirket στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: οίκος, εδραίος, ομήγυρη, κοινωνία, παρέα, σταθερός, εταιρία, θίασος, η εταιρεία, η εταιρία, η επιχείρηση, της εταιρείας, την εταιρεία