Akıcı στα ελληνικά

Μετάφραση: akıcı, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άπταιστος, υγρό, ευφραδής, ευχερής, άπταιστα, πολύ καλά, μιλάει άπταιστα
Akıcı στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • akü στα ελληνικά - συστοιχία, μπαταρία, μπαταρίας, της μπαταρίας, μπαταριών, συσσωρευτή
  • akıbet στα ελληνικά - τέλος, τελειώνω, απόφυση, έκφυση, νευριτών, νευρίτη, έκφυσης
  • akıl στα ελληνικά - σοφία, σωφροσύνη, ηγούμαι, κεφάλι, φυλάξου, σύνεση, εγκέφαλος, ...
  • akıllı στα ελληνικά - φρόνιμος, έξυπνος, σοφός, φασκόμηλο, συνετός, φασκομηλιά, έξυπνη, ...
Τυχαίες λέξεις
Akıcı στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: άπταιστος, υγρό, ευφραδής, ευχερής, άπταιστα, πολύ καλά, μιλάει άπταιστα