Anamal στα ελληνικά

Μετάφραση: anamal, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρωτεύουσα, κύριος, κύρια, κύριο, κύριες, την κύρια
Anamal στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anahtar στα ελληνικά - διακόπτης, αλλαγή, κλειδί, αλλάζω, διακόπτη, διακ πτη, του διακόπτη, ...
  • analiz στα ελληνικά - ανάλυση, ανάλυσης, την ανάλυση, αναλύσεως, αναλύσεις
  • anarşi στα ελληνικά - αναρχία, αναρχίας, την αναρχία, η αναρχία, της αναρχίας
  • anatomi στα ελληνικά - ανατομία, ανατομίας, την ανατομία, της ανατομίας, ανατομική
Τυχαίες λέξεις
Anamal στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρωτεύουσα, κύριος, κύρια, κύριο, κύριες, την κύρια