Πρωτεύουσα στα τούρκικα
Μετάφραση: πρωτεύουσα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
anamal, kapital, sermaye, başkenti, sermayesi, sermayenin
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρωτεύουσα
πρωτεύουσα βοιωτίας, πρωτεύουσα της μολδαβίας, πρωτεύουσα αυστραλίας, πρωτεύουσα γερμανίας, πρωτεύουσα ελβετίας, πρωτεύουσα λεξικό γλώσσας τούρκικα, πρωτεύουσα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- πρωταρχικός στα τούρκικα - esas, birincil, primer, temel, ana, ilköğretim
- πρωτεία στα τούρκικα - öncelik, önceliği, üstünlüğü, üstünlük, primacy
- πρωτοβουλία στα τούρκικα - girişim, girişimi, inisiyatif, girişimin, inisiyatifi
- πρωτοεμφανίζομαι στα τούρκικα - tomurcuk, ilk, birinci, siz, Önce
Τυχαίες λέξεις
Πρωτεύουσα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: anamal, kapital, sermaye, başkenti, sermayesi, sermayenin
Μεταφράσεις: anamal, kapital, sermaye, başkenti, sermayesi, sermayenin