Av στα ελληνικά
Μετάφραση: av, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυνηγώ, πιάνω, αρπάζω, κυνήγι, θήρα, το κυνήγι, θήρας, κυνηγιού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- atılgan στα ελληνικά - τόλμη, τόλμημα, επιθετικός, επιθετική, επιθετικό, επιθετικές, επιθετικά
- atış στα ελληνικά - ρίχνω, πέταγμα, πετώ, κυνήγι, γυρίσματα, σκοποβολής, σκοποβολή, ...
- avantaj στα ελληνικά - πλεονέκτημα, προτέρημα, αμοιβή, ανταμοιβή, πλεονεκτήματος, επωφεληθούν, όφελος, ...
- avantajlı στα ελληνικά - πλεονεκτικός, επωφελής, πλεονεκτική, πλεονεκτικό, συμφέρουσα, επωφελές
Τυχαίες λέξεις
Av στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυνηγώ, πιάνω, αρπάζω, κυνήγι, θήρα, το κυνήγι, θήρας, κυνηγιού
Μεταφράσεις: κυνηγώ, πιάνω, αρπάζω, κυνήγι, θήρα, το κυνήγι, θήρας, κυνηγιού