Başkent στα ελληνικά

Μετάφραση: başkent, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πόλη, μητρόπολη, κεφάλαιο, πρωτεύουσα, κεφαλαίου, κεφαλαίων, κεφάλαια
Başkent στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • başka στα ελληνικά - επιπρόσθετος, πρόσθετος, άλλος, διαφορετικός, αλλιώς, άλλα, άλλες, ...
  • başkan στα ελληνικά - πρόεδρος, πρόεδρο, προέδρου, στον Πρόεδρό, πρόεδρος της
  • başlamak στα ελληνικά - αρχή, ξεκίνημα, ξεκινώ, αρχίζω, εναρκτήριο λάκτισμα, έναυσμα, το έναυσμα, ...
  • başlangıç στα ελληνικά - είσοδος, πρώτος, έναρξη, αρχή, καταχώρηση, αρχίζω, πρόλογος, ...
Τυχαίες λέξεις
Başkent στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: πόλη, μητρόπολη, κεφάλαιο, πρωτεύουσα, κεφαλαίου, κεφαλαίων, κεφάλαια