Delil στα ελληνικά

Μετάφραση: delil, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πειστήριο, απόδειξη, μαρτυρία, αποδεικτικό στοιχείο, αποδεικτικά στοιχεία, αποδείξεις
Delil στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • deli στα ελληνικά - τρελός, θυμωμένος, τρελούτσικος, κουζουλός, λωλός, μανιακός, άρρωστος, ...
  • delik στα ελληνικά - οπή, στόμιο, τρύπα, οπής, οπών, τρύπας
  • delilik στα ελληνικά - επιείκεια, μακροθυμία, τρέλα, τρέλλα, παραφροσύνη, τρέλας, την τρέλα
  • delmek στα ελληνικά - άσκηση, τριβελίζω, τροχός, διατρυπώ, δεσμίδα, δεσμίδας, ανά δεσμίδα, ...
Τυχαίες λέξεις
Delil στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: πειστήριο, απόδειξη, μαρτυρία, αποδεικτικό στοιχείο, αποδεικτικά στοιχεία, αποδείξεις