Ek στα ελληνικά

Μετάφραση: ek, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμπλήρωμα, συμπληρώνω, επιπλέον, πρόσθετες, πρόσθετη, πρόσθετα, πρόσθετων
Ek στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ehliyetsiz στα ελληνικά - ανίκανος, ανίκανο, ανίκανοι, ανίκανη, ανίκανα
  • ejderha στα ελληνικά - δράκος, δράκων, δράκοντας, δράκο, δράκου
  • eken στα ελληνικά - αλήθεια, πράγματι, Εκτός, Εκτός από, Εκτός από την, Πέραν, Επιπλέον
  • ekin στα ελληνικά - κουρεύω, σοδειά, καλλιέργεια, συγκομιδή, καλλιεργειών, καλλιέργειας
Τυχαίες λέξεις
Ek στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμπλήρωμα, συμπληρώνω, επιπλέον, πρόσθετες, πρόσθετη, πρόσθετα, πρόσθετων