Emir στα ελληνικά
Μετάφραση: emir, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραγγέλλω, απόπειρα, κατεύθυνση, ορθογραφία, υπαγορεύω, ρύθμιση, προσταγή, εντολή, υπαγόρευση, προστάζω, διατάζω, κανονισμός, προσπάθεια, παραγγελία, διαταγή, προκειμένου, ώστε, σκοπό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- emekçi στα ελληνικά - εργάτης, εργάτη, laborer, χειρώναξ, δουλευτής
- emin στα ελληνικά - ασφαλής, σίγουρα, σίγουρος, ασφαλώς, ασφαλίζω, βέβαια, εδραιώνω, ...
- emmek στα ελληνικά - γλείφω, ρουφώ, απορροφώ, θηλάζω, πιπιλίζουν, απορροφούν, να πιπιλίζουν, ...
- emniyet στα ελληνικά - αντίκρισμα, ασφάλεια, ασφάλειας, ασφαλείας, την ασφάλεια, της ασφάλειας
Τυχαίες λέξεις
Emir στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραγγέλλω, απόπειρα, κατεύθυνση, ορθογραφία, υπαγορεύω, ρύθμιση, προσταγή, εντολή, υπαγόρευση, προστάζω, διατάζω, κανονισμός, προσπάθεια, παραγγελία, διαταγή, προκειμένου, ώστε, σκοπό
Μεταφράσεις: παραγγέλλω, απόπειρα, κατεύθυνση, ορθογραφία, υπαγορεύω, ρύθμιση, προσταγή, εντολή, υπαγόρευση, προστάζω, διατάζω, κανονισμός, προσπάθεια, παραγγελία, διαταγή, προκειμένου, ώστε, σκοπό