En στα ελληνικά
Μετάφραση: en, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φάρδος, πλέον, πιο, περισσότερες, περισσότερα, τα περισσότερα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- emretmek στα ελληνικά - διατάζω, διάταγμα, εντολή, θεσπίζω, προστάζω, προσταγή, θέσπισμα, ...
- emzirmek στα ελληνικά - θηλάζω, θηλάζουν, θηλάσουν, θηλάσει, θηλάσετε, θηλάζει
- endam στα ελληνικά - ύψος, ανάστημα, αναστήματος, κύρος, το ανάστημα, κύρους
- endik στα ελληνικά - έξη, συνήθεια, Έχουμε το πιο, Έχουμε την πιο, διαθέτουμε το πιο, έχουμε τα πιο, Διασφαλίζει την πιο
Τυχαίες λέξεις
En στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: φάρδος, πλέον, πιο, περισσότερες, περισσότερα, τα περισσότερα
Μεταφράσεις: φάρδος, πλέον, πιο, περισσότερες, περισσότερα, τα περισσότερα