Αναχρονιστικός στα αγγλικά
Μετάφραση: αναχρονιστικός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
anachronistic, behindhand, anachronistic in
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: αναχρονιστικός
behindhand
- αναχρονιστικός
- καθυστερημένος
- αναχρονιστικός
- αναχρονιστικός
- ντεμοντέ
- ξεπερασμένος
- παλαιού συρμού
- παλιάς μόδας
Σχετικές λέξεις: αναχρονιστικός
αναχρονιστικός ορισμός, αναχρονιστικός συνώνυμο, αναχρονιστικός συνώνυμα, αναχρονιστικός λεξικό γλώσσας αγγλικά, αναχρονιστικός στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- αναχαράζω στα αγγλικά - ruminate, anacharazo
- αναχρονισμός στα αγγλικά - anachronism, an anachronism, anachronistic, anachronism is
- αναχώρηση στα αγγλικά - departure, leaving, Check, departure of
- αναψυχή στα αγγλικά - distraction, recreation, pleasure, relaxation, leisure, Rest
Τυχαίες λέξεις
Αναχρονιστικός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: anachronistic, behindhand, anachronistic in
Μεταφράσεις: anachronistic, behindhand, anachronistic in