Hükümet στα ελληνικά

Μετάφραση: hükümet, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δίαιτα, καθεστώς, κρατίδιο, κυβέρνηση, επαρχία, κράτος, πολίτευμα, αρμοδιότητα, κυβέρνησης, της κυβέρνησης, κρατικών, κυβερνητικές
Hükümet στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hüküm στα ελληνικά - ετυμηγορία, πρόβλεψη, πρόνοια, διάταξη, παροχή, παροχής
  • hükümdar στα ελληνικά - χάρακας, κυρίαρχος, ηγεμόνας, αυτεξούσιος, ρίγα, κυβερνήτης, χάρακα, ...
  • hüner στα ελληνικά - φιλοτεχνία, τέχνη, επιδεξιότητα, διενέργεια, απόκτηση, ικανότητα, απόκτημα, ...
  • hünerli στα ελληνικά - έντεχνος, επιτήδειος, ικανός, δαιμόνιος, ευφυής, έξυπνη, έξυπνο, ...
Τυχαίες λέξεις
Hükümet στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: δίαιτα, καθεστώς, κρατίδιο, κυβέρνηση, επαρχία, κράτος, πολίτευμα, αρμοδιότητα, κυβέρνησης, της κυβέρνησης, κρατικών, κυβερνητικές