Tanınmış στα ελληνικά
Μετάφραση: tanınmış, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φημισμένος, αξιοσημείωτος, διάσημος, επιφανής, πολύκροτος, ξακουστός, γνωστός, πασίγνωστος, γνωστότατος, ονομαστός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- tanıma στα ελληνικά - αναγνώριση, αναγνώρισης, την αναγνώριση, αναγνωρίσεως, η αναγνώριση
- tanımlamak στα ελληνικά - περιγράφω, καθορίζουν, ορίζουν, καθορίσει, καθορίσουν, ορίσει
- tanıştırmak στα ελληνικά - έκθεμα, γνωρίζω, εκθέτω, δείχνω, συστήνω, παράσταση, εισάγω, ...
- tanışıklık στα ελληνικά - γνωριμία, γνωριμία σε, τη γνωριμία σε
Τυχαίες λέξεις
Tanınmış στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: φημισμένος, αξιοσημείωτος, διάσημος, επιφανής, πολύκροτος, ξακουστός, γνωστός, πασίγνωστος, γνωστότατος, ονομαστός
Μεταφράσεις: φημισμένος, αξιοσημείωτος, διάσημος, επιφανής, πολύκροτος, ξακουστός, γνωστός, πασίγνωστος, γνωστότατος, ονομαστός