Tekerlek στα ελληνικά

Μετάφραση: tekerlek, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρόδα, τροχός, τροχού, τροχό, τροχών
Tekerlek στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • tek στα ελληνικά - ανύπαντρος, μονός, γλώσσα, μοναδικός, στοιχειώδης, πέλμα, μόνος, ...
  • tekel στα ελληνικά - μονοπώλιο, μονοπωλίου, μονοπωλιακή, το μονοπώλιο, μονοπωλιακής
  • tekeşlilik στα ελληνικά - μονογαμία, η μονογαμία, μονογαμίας, τη μονογαμία, μονογαμική
  • tekiz στα ελληνικά - λείος, μοναδικό χαρτί, Singleton, Σίνγκλετον, μονήρεις, μεμονωμένος φορέας
Τυχαίες λέξεις
Tekerlek στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρόδα, τροχός, τροχού, τροχό, τροχών