Verimlilik στα ελληνικά

Μετάφραση: verimlilik, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γονιμότητα, ευγονία, ευφορία, παραγωγικότητα, παραγωγικότητας, της παραγωγικότητας, την παραγωγικότητα, η παραγωγικότητα
Verimlilik στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • verim στα ελληνικά - παραγωγή, απόδοση, απόδοσης, αποδόσεων, απόδοσις, αποδόσεως
  • verimli στα ελληνικά - χόνδρος, παραγωγικός, γόνιμος, λίπος, καρποφόρος, πλούσιος, χοντρός, ...
  • verimsiz στα ελληνικά - εγωκεντρικός, άκαρπος, μάταιος, ματαιόδοξος, άγονος, ξιπασμένος, ανεπαρκής, ...
  • vernik στα ελληνικά - βερνικώνω, βερνίκι, βερνικιού, βερνίκια, βερνικιών, το βερνίκι
Τυχαίες λέξεις
Verimlilik στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: γονιμότητα, ευγονία, ευφορία, παραγωγικότητα, παραγωγικότητας, της παραγωγικότητας, την παραγωγικότητα, η παραγωγικότητα