Úmrtní στα ελληνικά
Μετάφραση: úmrtní, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νεκρολογία, θάνατος, θάνατο, θανάτου, το θάνατο, θάνατό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anachronický στα ελληνικά - αναχρονιστικός, αναχρονιστική, αναχρονιστικό, αναχρονιστικές, αναχρονιστικών
- intuitivní στα ελληνικά - διαισθητικός, διαισθητική, διαισθητικό, έξυπνο, έξυπνη, διαισθητικά
- márnice στα ελληνικά - νεκροτομείο, παθολογοανατομικές, νεκροθάλαμο, νεκροτομείου, νεκροθάλαμο του
- neúmyslný στα ελληνικά - ακούσιος, αναίσθητος, ακούσια, ακούσιες, αθέλητη, μη σκόπιμη
Τυχαίες λέξεις
Úmrtní στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νεκρολογία, θάνατος, θάνατο, θανάτου, το θάνατο, θάνατό
Μεταφράσεις: νεκρολογία, θάνατος, θάνατο, θανάτου, το θάνατο, θάνατό