Úsek στα ελληνικά

Μετάφραση: úsek, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαίρεση, τομή, διχασμός, μεραρχία, μέρος, τμήμα, ενότητα, παράγραφο, τμήματος, σημείο
Úsek στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • daňový στα ελληνικά - φορολογώ, φόρος, προβληματίζω, φόρου, φόρο, φορολογικών, φορολογική
  • jakže στα ελληνικά - πως, πώς, συγνώμη, συγχωρείτε, Με συγχωρείτε, ζητήσουν συγγνώμη
  • kýchání στα ελληνικά - φτάρνισμα, φταρνίζομαι, πτάρνισμα
  • namáhavý στα ελληνικά - επίπονος, σκληρός, αλγεινός, βαρύς, ανήφορος, επαχθής, δύσκολος, ...
Τυχαίες λέξεις
Úsek στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαίρεση, τομή, διχασμός, μεραρχία, μέρος, τμήμα, ενότητα, παράγραφο, τμήματος, σημείο