Šál στα ελληνικά

Μετάφραση: šál, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θάλαμος, αίθουσα, Hall, αίθουσας, Μέγαρο, χωλ
Šál στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dok στα ελληνικά - προβλήτα, λάπαθο, αράζω, λεκάνη, αποβάθρα, προκυμαία, βάση σύνδεσης, ...
  • listr στα ελληνικά - lustring
  • léčivý στα ελληνικά - φαρμακευτικά, φάρμακα, τα φάρμακα, φαρμακευτικών, φαρμακευτικό
  • nesmrtelnost στα ελληνικά - αθανασία, αθανασίας, την αθανασία, της αθανασίας, η αθανασία
Τυχαίες λέξεις
Šál στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θάλαμος, αίθουσα, Hall, αίθουσας, Μέγαρο, χωλ