Adjunkt στα ελληνικά

Μετάφραση: adjunkt, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπληρωτής, συμπλήρωμα, παρεπόμενο, επιπρόσθετο, συμπληρωματική, συμπληρωματικό
Adjunkt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adjektivní στα ελληνικά - επιθετικός, επίθετο, επιθέτου, επιθετικό προσδιορισμό, επιθετικός προσδιορισμός, επιθετικού από
  • adjektivum στα ελληνικά - επίθετο, επιθέτου, προσδιορισμός, επίθετο που
  • adjustovat στα ελληνικά - ρυθμίζω, προσαρμόζω, για να ρυθμίσετε, να ρυθμίσετε, να προσαρμόσει, να προσαρμόσετε, να προσαρμοστούν
  • adjustování στα ελληνικά - ρύθμιση, προσαρμογή, την προσαρμογή, ρύθμισης, τη ρύθμιση
Τυχαίες λέξεις
Adjunkt στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπληρωτής, συμπλήρωμα, παρεπόμενο, επιπρόσθετο, συμπληρωματική, συμπληρωματικό