Akceptovat στα ελληνικά
Μετάφραση: akceptovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραδέχομαι, αποδέχομαι, δέχομαι, δεχθεί, αποδεχθεί, δεχτεί
Μεταφράσεις
- akceptace στα ελληνικά - αποδοχή, αποδοχής, την αποδοχή, η αποδοχή, της αποδοχής
- akceptor στα ελληνικά - αποδέκτης, δέκτη, αποδέκτη, δέκτης, δέκτου
- akcie στα ελληνικά - μοιράζω, κλήρος, μοιράζομαι, μετοχή, μερίδιο, μεριδίου, μετοχικού, ...
- akcionář στα ελληνικά - μέτοχος, μετόχου, μέτοχο, μετόχων, των μετόχων
Τυχαίες λέξεις
Akceptovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραδέχομαι, αποδέχομαι, δέχομαι, δεχθεί, αποδεχθεί, δεχτεί
Μεταφράσεις: παραδέχομαι, αποδέχομαι, δέχομαι, δεχθεί, αποδεχθεί, δεχτεί