Αποδέχομαι στα τσεχικά

Μετάφραση: αποδέχομαι, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
připustit, zaujmout, družit, akceptovat, dovolovat, vstoupit, souhlasit, přijmout, přijímat, převzít, osvojit, připojit, přistoupit, uznat, nastoupit, adoptovat, přijímám, přijetí
Αποδέχομαι στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποδέχομαι

αποδέχομαι τους όρους, αποδέχομαι αντίθετα, αποδέχομαι τον εαυτό μου, αποδέχομαι συνώνυμα, αποδέχομαι αντώνυμο, αποδέχομαι λεξικό γλώσσας τσεχικά, αποδέχομαι στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • απογυμνώνω στα τσεχικά - obnažit, odhalit
  • αποδέκτης στα τσεχικά - akceptor, příjemce, adresát, adresátem, určeno, Určení
  • αποδίδω στα τσεχικά - fungovat, předvádět, vyplnit, příznak, přičíst, znak, hrát, ...
  • αποδείξεις στα τσεχικά - svědectví, důkaz, evidence, doklad, důkazy, důkazů
Τυχαίες λέξεις
Αποδέχομαι στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: připustit, zaujmout, družit, akceptovat, dovolovat, vstoupit, souhlasit, přijmout, přijímat, převzít, osvojit, připojit, přistoupit, uznat, nastoupit, adoptovat, přijímám, přijetí