Asistent στα ελληνικά

Μετάφραση: asistent, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βοηθός, βοηθό, βοηθού, βοηθοί
Asistent στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • asimilovat στα ελληνικά - εξομοιώνω, αφομοιώνουν, αφομοιώσει, αφομοιώσουν, αφομοιώνει, αφομοιωθούν
  • asistence στα ελληνικά - βοήθεια, βοήθημα, αρωγή, επικουρία, βοηθώ, βοηθός, βοήθειας, ...
  • asistovat στα ελληνικά - βοήθημα, βοηθός, βοήθεια, αρωγή, επικουρία, βοηθώ, βοηθήσει, ...
  • asketa στα ελληνικά - ασκητικός, ασκητής, ασκητική, ασκητή, ασκητικό
Τυχαίες λέξεις
Asistent στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βοηθός, βοηθό, βοηθού, βοηθοί