Béčko στα ελληνικά
Μετάφραση: béčko, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίπεδος, διαμέρισμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- báňský στα ελληνικά - εξόρυξη, Ορυχεία, Mining, Μεταλλείων, Μεταλλεία
- bérec στα ελληνικά - πόδι, σκέλος, σκέλους, ποδιού, ποδιών
- béžový στα ελληνικά - μπεζ, μπέζ, beige, υπόφαιο
- bída στα ελληνικά - βάσανο, κακομοιριά, δυστυχία, ένδεια, θλίψη, πενία, αγωνία, ...
Τυχαίες λέξεις
Béčko στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίπεδος, διαμέρισμα
Μεταφράσεις: επίπεδος, διαμέρισμα