Dárce στα ελληνικά

Μετάφραση: dárce, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δότης, δωρητής, δότη, του δότη, δωρητή
Dárce στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dálnopis στα ελληνικά - τέλεξ, τηλετύπημα, τηλετύπου, τηλέτυπο, τηλετυπήματος
  • dáma στα ελληνικά - κυρία, γυναίκα, βασίλισσα, κοπέλα, κυρίας, κυρία που
  • dárcovství στα ελληνικά - δωρεά, δωρεάς, τη δωρεά, αιμοδοσία, αιμοδοσίας
  • dásňový στα ελληνικά - κυψελιδικός, φατνιακό, κυψελιδικά, κυψελιδικού, φατνιακή, κυψελιδικό
Τυχαίες λέξεις
Dárce στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δότης, δωρητής, δότη, του δότη, δωρητή