Draho στα ελληνικά

Μετάφραση: draho, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακριβός, αγαπητός, ακριβά, πολύ ακριβά, στοργικά
Draho στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • doširoka στα ελληνικά - φαρδύς, πλατύς, ευρύ, ευρεία, μεγάλη, ευρείας, μεγάλο
  • doživotní στα ελληνικά - ενδελεχής, παντοτινός, ισόβια, δια βίου, διά βίου, τη διά βίου, τη δια βίου
  • drahocenný στα ελληνικά - δαπανηρός, τιμαλφής, ακριβός, πολύτιμος, πολύτιμα, πολύτιμο, πολύτιμων, ...
  • drahokam στα ελληνικά - πετροβολώ, λιθοβολώ, πέτρα, πολύτιμος λίθος, πολύτιμων λίθων, λίθος, αστείου, ...
Τυχαίες λέξεις
Draho στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακριβός, αγαπητός, ακριβά, πολύ ακριβά, στοργικά