Duševní στα ελληνικά
Μετάφραση: duševní, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διανοούμενος, πνευματικός, ψυχικός, διανοητικός, ψυχική, ψυχικής, διανοητική, νοητική, ψυχικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- duševno στα ελληνικά - πνεύμα, πνεύματος, το πνεύμα, ποτών, ποτά
- duševnost στα ελληνικά - νοοτροπία, νοοτροπίας, τη νοοτροπία, η νοοτροπία, νοοτροπία του
- dušný στα ελληνικά - δύσπνοια, λαχάνιασμα, δυσκολία στην αναπνοή, συντομία της αναπνοής, δύσπνοιας
- dužina στα ελληνικά - βαρελοσανίδα, πολτός, σάρκα, πολτού, πολτό, χαρτοπολτού, πολτούς
Τυχαίες λέξεις
Duševní στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διανοούμενος, πνευματικός, ψυχικός, διανοητικός, ψυχική, ψυχικής, διανοητική, νοητική, ψυχικές
Μεταφράσεις: διανοούμενος, πνευματικός, ψυχικός, διανοητικός, ψυχική, ψυχικής, διανοητική, νοητική, ψυχικές