Λέξη: δημιουργώ
Σχετικές λέξεις: δημιουργώ
δημιουργώ παιχνίδια στο scratch, δημιουργώ συνώνυμα, δημιουργώ μόνη μου, δημιουργώ περιοδικό, δημιουργώ συνώνυμο, δημιουργώ την δική μου επιχείρηση, δημιουργώ ετυμολογία, δημιουργώ τη δική μου επιχείρηση, δημιουργώ εκ του μηδενός
Συνώνυμα: δημιουργώ
πλάττω
Μεταφράσεις: δημιουργώ
δημιουργώ στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
create, I create, creating, do I create
δημιουργώ στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
fabricar, criar, hacer, crear, producir, cree, creación, de crear, creación de
δημιουργώ στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
herstellen, kreieren, anlegen, machen, erzeugen, hervorbringen, produzieren, erstellen, erschaffen, schaffen, zu erstellen, zu schaffen
δημιουργώ στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
créez, produire, créent, élaborer, enfanter, créons, créer, occasionner, provoquer, engendrer, évoquer, appeler, instituer, constituer, établir, susciter, créer des, de créer, création, créer de
δημιουργώ στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
produrre, creare, addurre, crea, di creare, creazione, generare
δημιουργώ στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
criar, instituir, crie, criação, cria, criam
δημιουργώ στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
maken, afwerpen, produceren, scheppen, creëren, uitvoeren, opbrengen, opleveren, voortbrengen, te creëren, te maken
δημιουργώ στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
образовать, создавать, сотворить, образовывать, творить, производить, вызывать, волноваться, создать, создания, зарегистрироваться, создание
δημιουργώ στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
skape, frembringe, lage, opprette, oppretter, skaper
δημιουργώ στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
skapa, alstra, komponera, skapar, att skapa, skapa en, skapas
δημιουργώ στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
aiheuttaa, aikaansaada, valmistaa, loihtia, luoda, tuottaa, perustaa, luo, luomaan, luovat, luodaan
δημιουργώ στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
producere, skabe, oprette, skaber, at skabe, opretter
δημιουργώ στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vytvořit, ustavit, stvořit, jmenovat, zhotovit, vytvářet, utvářet, utvořit, vyvolat, tvořit, způsobit, vytvoření, vytváření, vytvořte
δημιουργώ στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
stwarzać, rozdrabniać, wymyślać, wytworzyć, tworzyć, wywoływać, utworzyć, stworzyć, kreować, tworzenia
δημιουργώ στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
teremt, létre, létrehozni, hozzon létre, létrehozásához
δημιουργώ στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
üretmek, yaratmak, yapmak, oluşturmak, oluşturabilirsiniz, oluşturun, oluşturabilir
δημιουργώ στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
визивати, хвилюватися, хвилюватись, діяти, робити, створити
δημιουργώ στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
krijoj, krijuar, të krijuar, krijojë, të krijojë
δημιουργώ στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
създавам, създаде, създадете, се създаде, създадат
δημιουργώ στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
рабiць, адбыцца, стварыць, стварыць свой
δημιουργώ στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
looma, määrama, luua, registreeri, loomiseks, loovad
δημιουργώ στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
stvaranje, načiniti, stvaranja, praviti, stvoriti, stvorite, izraditi, kreirati
δημιουργώ στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
skapa, búa, búa til, að búa, búið
δημιουργώ στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
genero
δημιουργώ στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sukurti, gaminti, kurti, prisijunk, sudaryti, sukuria
δημιουργώ στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
radīt, izveidot, izveidotu, radītu, izveido
δημιουργώ στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
создаде, создаваат, се создаде, креирање, креирате
δημιουργώ στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
crea, a crea, crearea, creeze, creați
δημιουργώ στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
ustvariti, ustvarjanje, ustvarjajo, ustvarite, ustvari
δημιουργώ στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vytvoriť, tvoriť, vytvorenie, vytvárať, vypracovať
Στατιστικά δημοτικότητας: δημιουργώ
Τυχαίες λέξεις