Formální στα ελληνικά
Μετάφραση: formální, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίσημος, επίσημη, επίσημης, τυπική, επίσημες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- formulovat στα ελληνικά - βάζω, διατυπώνω, τοποθετώ, διατυπώσει, διατυπώνει, διατυπώσουν, διαμορφώσει, ...
- formulář στα ελληνικά - μορφή, άγραφος, δελτίο, άγραφτος, κενό, λευκός, φόρμα, ...
- formát στα ελληνικά - μέγεθος, μορφή, φορμά, format, μορφής, μορφότυπο
- formíř στα ελληνικά - πλάστης, καταρρέω, ζυμωτήριο, χυτευτήρα, ζύμης στη μηχανή σφαιροποιήσεως
Τυχαίες λέξεις
Formální στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίσημος, επίσημη, επίσημης, τυπική, επίσημες
Μεταφράσεις: επίσημος, επίσημη, επίσημης, τυπική, επίσημες