Iniciátor στα ελληνικά
Μετάφραση: iniciátor, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εφευρέτης, εκκινητή, εμπνευστής, ενάρξεως, εκκινητής, εναρκτήρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- iniciála στα ελληνικά - αρχικά, αρχικός, αρχική, αρχικό, αρχικής, αρχικές
- iniciálka στα ελληνικά - αρχικά
- injekce στα ελληνικά - πυροβόλησα, ένεση, πυροβολώ, σκάγια, πυροβολισμός, έγχυση, ένεσης, ...
- injektor στα ελληνικά - Injector, μπεκ, Εγχυτήρες, μπεκ ψεκασμού, Εγχυτήρας
Τυχαίες λέξεις
Iniciátor στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εφευρέτης, εκκινητή, εμπνευστής, ενάρξεως, εκκινητής, εναρκτήρα
Μεταφράσεις: εφευρέτης, εκκινητή, εμπνευστής, ενάρξεως, εκκινητής, εναρκτήρα