Kadeřavý στα ελληνικά

Μετάφραση: kadeřavý, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τσουχτερός, τραγανιστός, ξηρός, κατσαρός, βοστρυχωμένα
Kadeřavý στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kadence στα ελληνικά - ρυθμός, Cadence, την Cadence, του Cadence, του ρυθμού πεταλιού
  • kadeř στα ελληνικά - συνδέω, κρίκος, μπούκλα, κατσαρώματος, κατσάρωμα, μπουκλών, curl
  • kadeřit στα ελληνικά - τσακίζω, πτύχωση, crimp, πτυχώσεως, πτύχωσης
  • kadeřník στα ελληνικά - κομμωτής, κομμώτρια, κομμωτήριο, κομμωτή, Κομωτήριο
Τυχαίες λέξεις
Kadeřavý στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τσουχτερός, τραγανιστός, ξηρός, κατσαρός, βοστρυχωμένα