Konverzovat στα ελληνικά

Μετάφραση: konverzovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνομιλώ, αντίστροφο, αντίθετο, συνομιλούν, converse, συνδιαλέγονται
Konverzovat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • konvertibilní στα ελληνικά - μετατρέψιμος, μετατρέψιμο, μετατρέψιμων, μετατρέψιμα, μετατρέψιμες
  • konverzace στα ελληνικά - συνομιλία, συζήτηση, συνομιλίας, συζήτησης, κουβέντα
  • konvexnost στα ελληνικά - κυρτότητα, κυρτότητας, κυρτότητος, της κυρτότητας, convexity
  • konvice στα ελληνικά - κανάτα, κατσαρόλα, χύτρα, βραστήρας, βραστήρα, δοχείο
Τυχαίες λέξεις
Konverzovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνομιλώ, αντίστροφο, αντίθετο, συνομιλούν, converse, συνδιαλέγονται