Korektura στα ελληνικά
Μετάφραση: korektura, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πειστήριο, διόρθωση, διόρθωμα, απόδειξη, Επιμέλεια κειμένων, διόρθωση κειμένων, διόρθωση δοκιμίων, τη διόρθωση δοκιμίων
Μεταφράσεις
- korektní στα ελληνικά - καθωσπρέπει, πρέπων, σωστός, ευπρεπής, διορθώνω, ακριβής, ορθός, ...
- korektor στα ελληνικά - διορθωτής, διορθωτή, διόρθωσης, corrector, διόρθωσης της
- korelace στα ελληνικά - συσχέτιση, συσχετισμός, αντιστοιχίας, συσχέτισης, σχέση
- korespondent στα ελληνικά - απεσταλμένος, ανταποκριτής, ανταποκριτή, ανταποκρίτρια, ανταποκριτριών, ανταποκριτών
Τυχαίες λέξεις
Korektura στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πειστήριο, διόρθωση, διόρθωμα, απόδειξη, Επιμέλεια κειμένων, διόρθωση κειμένων, διόρθωση δοκιμίων, τη διόρθωση δοκιμίων
Μεταφράσεις: πειστήριο, διόρθωση, διόρθωμα, απόδειξη, Επιμέλεια κειμένων, διόρθωση κειμένων, διόρθωση δοκιμίων, τη διόρθωση δοκιμίων