Krátký στα ελληνικά
Μετάφραση: krátký, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύντομος, κοντός, περιεκτικός, σύντομο, σύντομη, μικρή, σύντομες, μικρής
Μεταφράσεις
- krátkozrakost στα ελληνικά - μυωπία, μυωπίας, της μυωπίας, η μυωπία, τη μυωπία
- krátkozraký στα ελληνικά - μυωπικός, μύωπικός, κοντόφθαλμη, κοντόφθαλμο, κοντόφθαλμες, μυωπική
- kráva στα ελληνικά - αγελάδα, αγελάδας, αγελάδων, αγελάδες, αγελαδινό
- kráčet στα ελληνικά - βήμα, παγανίζω, κυνηγώ, φόρα, μάρτιος, στέλεχος, σεργιανίζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Krátký στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύντομος, κοντός, περιεκτικός, σύντομο, σύντομη, μικρή, σύντομες, μικρής
Μεταφράσεις: σύντομος, κοντός, περιεκτικός, σύντομο, σύντομη, μικρή, σύντομες, μικρής