Likvidovat στα ελληνικά

Μετάφραση: likvidovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εναργής, απόβλητα, εκκαθαρίζω, σπατάλη, ελευθερώνω, διαυγής, σπαταλώ, ρευστοποιώ, έκδηλος, λύμα, ρευστοποιήσει, ρευστοποίηση, ρευστοποίησης, εκκαθαρίσει, την εκκαθάριση
Likvidovat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • liják στα ελληνικά - καταιγίδα, βροχή, χείμαρρος, νεροποντή, κρουνός, downpour, ανιχνευτή νεροποντή, ...
  • likvidní στα ελληνικά - υγρό, υγρού, υγρή, υγρών, υγρά
  • likvidátor στα ελληνικά - εκκαθαριστής, δέκτης, δέκτη, δε, του δέκτη, παραλήπτη
  • likér στα ελληνικά - λικέρ, λικέρ που, liqueur, ηδύποτο
Τυχαίες λέξεις
Likvidovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εναργής, απόβλητα, εκκαθαρίζω, σπατάλη, ελευθερώνω, διαυγής, σπαταλώ, ρευστοποιώ, έκδηλος, λύμα, ρευστοποιήσει, ρευστοποίηση, ρευστοποίησης, εκκαθαρίσει, την εκκαθάριση