Minerál στα ελληνικά
Μετάφραση: minerál, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετάλλευμα, ορυκτό, ορυκτών, μεταλλικό, ορυκτά, ανόργανα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- mineralogický στα ελληνικά - ορυκτολογικός, ορυκτολογικούς, ορυκτολογικές, ορυκτολογική, ορυκτολογικών
- mineralogie στα ελληνικά - ορυκτολογία, Ορυκτολογίας, την ορυκτολογία, η ορυκτολογία, στην ορυκτολογία
- minerální στα ελληνικά - μετάλλευμα, ορυκτό, ορυκτών, μεταλλικό, ορυκτά, ανόργανα
- miniatura στα ελληνικά - μινιατούρα, μικρογραφία, μικροσκοπικό, μικροσκοπικά, μινιατούρες
Τυχαίες λέξεις
Minerál στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετάλλευμα, ορυκτό, ορυκτών, μεταλλικό, ορυκτά, ανόργανα
Μεταφράσεις: μετάλλευμα, ορυκτό, ορυκτών, μεταλλικό, ορυκτά, ανόργανα