Mlýn στα ελληνικά
Μετάφραση: mlýn, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μύλος, αλέθω, εργοστάσιο, μύλο, μύλου, ελαιοτριβείο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- mléčný στα ελληνικά - αρμέγω, γάλα, γάλακτος, γαλακτοκομικών, το γάλα, του γάλακτος
- mlít στα ελληνικά - αγγαρεία, μύλος, τρίζω, εργοστάσιο, λιώνω, αλέθω, άλεσμα, ...
- mlýnek στα ελληνικά - εργοστάσιο, μύλος, αλέθω, μύλο, τριβείο, άλεσης, μύλο του
- mlčenlivost στα ελληνικά - σωπαίνω, επιφυλακτικότητα, μυστικότητα, σιωπή, διάκριση, περίσκεψη, διακριτικότητα, ...
Τυχαίες λέξεις
Mlýn στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μύλος, αλέθω, εργοστάσιο, μύλο, μύλου, ελαιοτριβείο
Μεταφράσεις: μύλος, αλέθω, εργοστάσιο, μύλο, μύλου, ελαιοτριβείο