Λέξη: πατριώτης

Σχετικές λέξεις: πατριώτης

πατριώτης ή εθνικιστής, μικρομεσαίοσ πατριώτησ, ο πατριώτης, πατριώτης λεξικό, εφημερίδα πατριώτησ, αριστερόσ πατριώτησ, πατριώτης ετυμολογία, πατριώτης στο πιάνο, πατριώτης ορισμός, γάτος πατριώτης

Συνώνυμα: πατριώτης

σύντροφος, φιλόπατρις, συμπατριώτης

Μεταφράσεις: πατριώτης

πατριώτης στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
patriot, compatriot, buddy, a patriot, patriotic

πατριώτης στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
patriota, Patriot, patriota de, del patriota, patriotas

πατριώτης στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
patriot, Patrioten

πατριώτης στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
patriote, Patriot, patriotes, de patriote

πατριώτης στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
patriota, Patriot, patriotta, patrioti

πατριώτης στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
patriota, Patriot, patriota de, do patriota

πατριώτης στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
patriot, vaderlander, Patriot van, de Patriot, De Patriot van, van de Patriot

πατριώτης στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
патриот, патриотом, патриота

πατριώτης στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
patriot, patrioten, patriot som

πατριώτης στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
patriot, patrioten, patriotism

πατριώτης στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
patriootti, Patriot, isänmaanystävä, isänmaallisuus, isänmaanystävän

πατριώτης στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
patriot, patriotiske, af Patriot, Patriots

πατριώτης στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vlastenec, patriot, vlastencem, vlastence

πατριώτης στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
patriota, patriotą, patriot, patriotę, patrioty

πατριώτης στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
patrióta, hazafi, Patriot, hazafinak

πατριώτης στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yurtsever, vatansever kişi, vatansever, vatanseverdi, vatanseverim

πατριώτης στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
патріот, патриот

πατριώτης στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
patriot, patriot i, atdhetar, atdhetarit, atdhetari

πατριώτης στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
патриот, родолюбец, патриота

πατριώτης στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
патрыёт

πατριώτης στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
patrioot, Patriot, patrioodina, patrioodiks, patriooti

πατριώτης στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
patriota, rodoljub, domoljub, patriot, domoljubu

πατριώτης στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Patriot, föðurlandsvinur og ættjarðarást, föðurlandsvinur

πατριώτης στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
patriotas, Patriot, patriotu

πατριώτης στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
patriots, patriotam, patriotu, patriot

πατριώτης στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
патриот, Патриотскиот, Patriot, патриот за, родољуб

πατριώτης στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
patriot, patriotul, mare patriot

πατριώτης στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
patriot, domoljub, narodnjak, rodoljub

πατριώτης στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vlastenec, patriot, Corsair, Kingston, TRANSCEND
Τυχαίες λέξεις