Náhon στα ελληνικά
Μετάφραση: náhon, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οδηγώ, λαγκάδι, μυλαύλακο, ανοικτό αγωγό, ανοικτού αγωγού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- náhodnost στα ελληνικά - τυχαιότητα, Το τυχαίο, τυχαιότητας, Τυχαίου, την τυχαιότητα
- náhodný στα ελληνικά - τυχαίος, ανεπίσημος, τύχη, πιθανότητα, συγκυρία, επεισόδιο, ευκαιρία, ...
- náhončí στα ελληνικά - δάρτης, πρωτοπαλίκαρο, πρωτοπαλλήκαρο, πρωτοπαλίκαρο για, πρωτοπαλίκαρο του, το πρωτοπαλλήκαρο
- náhrada στα ελληνικά - αποζημίωση, αναπληρωτής, αμοιβή, ανάρρωση, αντικαταστάτης, συμψηφισμός, αποκατάσταση, ...
Τυχαίες λέξεις
Náhon στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οδηγώ, λαγκάδι, μυλαύλακο, ανοικτό αγωγό, ανοικτού αγωγού
Μεταφράσεις: οδηγώ, λαγκάδι, μυλαύλακο, ανοικτό αγωγό, ανοικτού αγωγού