Λέξη: αλλά

Σχετικές λέξεις: αλλά

αλλά φευ, αλλά τα βράδια, αλλά συνώνυμα, αλλά δείτε και την πετρούλα, αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού, αλλά τα βράδια-παπακωνσταντίνου-λειβαδίτης, αλλά κόμμα, αλλά σύνδεσμος, αλλά η πραγματικότητα είναι κάτι το δευτερεύον που διέκοψε για λίγο τα μεγάλα μας σχέδια, αλλά θέλω άλλα κάνω

Συνώνυμα: αλλά

πλην, μόλις

Μεταφράσεις: αλλά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
but, but it, but also, well
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
mas, pero, sino, sólo, solamente, sino que
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
nur, aber, jedoch, sondern, doch
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
outre, seulement, cependant, que, excepté, pourtant, toutefois, sauf, mais, néanmoins, ...
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
soltanto, però, ma, solamente, tuttavia
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
contudo, somente, só, embora, apenas, mas, porém, senão
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
alleen, enkel, pas, maar, doch, slechts, uitsluitend
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
лишь, помимо, кроме, но, а, однако
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bare, kun, men
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
endast, blott, men, bara, utan
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
mutta, vain, ainoastaan, vaan, vasta, kuitenkin
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
men, kun, blot
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
než, vyjma, ale, avšak, leč, pouze, kromě, však, jen
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
oprócz, zaledwie, jednak, ale, tylko, jednakże, lecz
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hanem, de, azonban
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sadece, ancak, yalnız, ama, fakat, değil
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
одначе, проте, однак, але, крім, а, та
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
veçse, mirëpo, po, por, por të, vetëm
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
но, а, обаче
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
толькi, але, а
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kuid, vaid, aga
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
osim, no, iako, mada, pak, ma, ali, nego, već
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
en, nema, heldur
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
sed, tamen, autem
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tiktai, o, bet, tačiau
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
tikai, bet, taču, tomēr
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
но, туку, а
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
dar, numai, ci, însă
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
a, toda, vendar, ampak, vendar je, vendar pa
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
než, vak, avšak, ale, však, no

Στατιστικά δημοτικότητας: αλλά

Τυχαίες λέξεις