Nájem στα ελληνικά
Μετάφραση: nájem, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νοίκι, μίσθωση, ενοίκιο, καταστατικό, ενοικιάζω, εκμίσθωση, κολιγιά, ναυλώνω, ενοικίαση, μίσθωμα, νοικιάζω, μίσθωσης, μισθωμάτων, μισθώσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- náhrobní στα ελληνικά - ταφόπετρα, ταφόπλακα, Gravestone, επιτύμβια πλάκα, επιγραφή στην ταφόπετρά
- náhubek στα ελληνικά - ρύγχος, ρύγχους, στομίου, μουσούδα, φίμωτρο
- nájemce στα ελληνικά - κολίγας, νοικάρης, ένοικος, ενοικιαστής, μισθωτή, ενοικιαστή, μισθωτής
- nájemné στα ελληνικά - ενοικιάζω, νοίκι, μίσθωμα, ενοικίαση, νοικιάζω, ενοίκιο, ενοικίου, ...
Τυχαίες λέξεις
Nájem στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νοίκι, μίσθωση, ενοίκιο, καταστατικό, ενοικιάζω, εκμίσθωση, κολιγιά, ναυλώνω, ενοικίαση, μίσθωμα, νοικιάζω, μίσθωσης, μισθωμάτων, μισθώσεως
Μεταφράσεις: νοίκι, μίσθωση, ενοίκιο, καταστατικό, ενοικιάζω, εκμίσθωση, κολιγιά, ναυλώνω, ενοικίαση, μίσθωμα, νοικιάζω, μίσθωσης, μισθωμάτων, μισθώσεως