Νοικιάζω στα τσεχικά

Μετάφραση: νοικιάζω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zjednat, najmout, pronajímat, najímat, nájem, nájemné, pronájem, pronájmu, Půjčovna
Νοικιάζω στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νοικιάζω

νοικιάζω english, νοικιάζω αυτοκίνητο, νοικιάζω τη γυναίκα μου, νοικιάζω σπίτι, νοικιάζω σπίτι στο ηράκλειο, νοικιάζω λεξικό γλώσσας τσεχικά, νοικιάζω στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • νοιάζομαι στα τσεχικά - hmota, otázka, látka, námět, podstata, hnis, záležitost, ...
  • νοικάρης στα τσεχικά - nájemník, nájemce, pronajmout, majitel, pachtýř, podnájemník, ROOMER
  • νοικοκύρης στα τσεχικά - statkář, hospodář, domácí, hospodyňka, domácnosti, v domácnosti, žena v domácnosti, ...
  • νομίζω στα τσεχικά - soudit, mínit, uvažovat, zamýšlet, přemýšlet, hodlat, myslet, ...
Τυχαίες λέξεις
Νοικιάζω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: zjednat, najmout, pronajímat, najímat, nájem, nájemné, pronájem, pronájmu, Půjčovna